πολλαπλοῦν

πολλαπλοῦν
πολλαπλόος
manifold
masc acc sg (attic)
πολλαπλόος
manifold
neut nom/voc/acc sg (attic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • αποδέκτης — Το πρόσωπο ή η αρχή όπου απευθύνεται ένα τηλεγράφημα, ένα τηλεφώνημα, μία επιστολή κλπ. Έτσι λέγεται επίσης και o τελικός σταθμός προορισμού ενός τηλεγραφήματος, ενώ o ενδιάμεσος σταθμός που πιθανώς να το δεχτεί λέγεται ενδιάμεσος σταθμός… …   Dictionary of Greek

  • πολλαπλούς — ή, ούν / πολλαπλοῡς, ῆ, οῡν, ΝΜΑ, και πολλαπλός, ή, ό, Ν, πολλαπλόος, όη, όον, Α αυτός που σύγκειται ή προκύπτει από πολλά, πολυμερής, πολυσύνθετος («πολλαπλά αντίγραφα») νεοελλ. φρ. α) «πολλαπλή ηχώ» (ακουστ.) ηχώ που επαναλαμβάνει τον ίδιο ήχο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”